Τρίτη, Απριλίου 29, 2008

ανάρτηση κατόπιν εορτής,
μα δεν πειράζει...

"ο χρόνος ο σεπτός, ο παραβιασμένος"




a. k.

Προς
Μεγάλη Παρασκευή
του 08

Μαύρο σύννεφο ποτάμι
μελανός γαλαξίας, απ’ άκρη ως άκρη διασχίζει απόψε
τούτο το εαρινό στερέωμα
Αχ , έαρ γλυκύτατο
Έαρ εσύ,
πλαγιασμένη βροχή στην άκρια της θάλασσας
Έαρ, οξύ άκουσμα βιολιού
Έαρ, μυρωδάτε ευκάλυπτε
Έαρ επικίνδυνο -
επιρρεπές στον κίνδυνο
Έαρ, φρέσκες κορφές καλαμιάς
να λοχμίζεις το σκότος
Έαρ, σκέψη τρυφερή
φεύγεις εδώ, πέρα επιστρέφεις
Έαρ, στάχυ σε παιχνίδια παιδιών
«ήλιος και βροχή, παντρεύονται οι φτωχοί»
Έαρ, ύπνε γλυκόπιοτε
Έαρ, μ’ αστέρια κατάσπαρτο





Νυχτερινός πλούς
Μ. Παρασκευή ξημέρωμα -
του 08

Μιά σκέψη

Στο μυστήριο της θεότητας, ο νους αδυνατεί να σταθεί.
Μυστήριο είναι το θείο, και πώς να ερμηνεύσει ο ανθρώπινος νους τα μυστήρια; Πώς να τα προσεγγίσει; Ακατανόητο το θεϊκό. Μονάχα η πίστη θαρρώ, δύναται να αποδεχτεί το μυστήριο. Όχι ο νους και η κοινή μας λογική.

Η ανθρώπινη πράξη της θυσίας όμως, είναι άλλο πράγμα... Η ανθρώπινη πράξη της θυσίας ιστορικά. Η ανθρώπινη πράξη της θυσίας ανιστόρητα. Η ανθρώπινη πράξη της θυσίας διαχρονικά.
Αυτή η ανθρώπινη πράξη έχει το χάρισμα να φτάνει ως το μπόϊ του ανθρώπου. Στο μπόϊ ενός κανονικού ανθρώπου. Διπλανού μας.
Αυτή η ανθρώπινη πράξη μπορεί “υπό όρους” και γίνεται αντιληπτή απ’ το νου του ανθρώπου. Ερμηνεύεται. Προσεγγίζεται.
H ανθρώπινη πράξη... Στην πλάτη το σταυρό και περιπάτει ! Στην πλάτη τους ανθρώπους και περιπάτει ! Στην πλάτη το χρέος και περιπάτει !
Βαρύ το χρέος μερικές φορές. Σταυρός massif.

Το χρέος, που άλλοτε στην Ελλάδα, το είπανε Αντιγόνη. Και τελευταία του χορού Σουλιώτισσα το ονομάτισαν. Όταν δεν έρχεται πίσω σου άλλος κανείς να σε κοιτάζει ή να προσδοκά κάτι από σένα, ή ακόμα, και να σε καμαρώνει. Η τελευταία του χορού Σουλιώτισσα, χρέος ονομάζεται.
Κι ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, άνθρωπος – χρέος. Και πώς μου ήρθε στο νου απόψε, του δάσκαλου Καζαντζάκη ετούτη η κουβέντα «μόνος μου, μόνος μου εγώ, έχω χρέος να σώσω τη γης, κι αν δε σωθεί, εγώ θα φταίω»

Χαίρε, άνθρωπε Νίκο Καζαντζάκη ! Κι Ασκητική σοφία της φτωχής ζωής μας , χαίρε !
Κρύο έπιασε... Χαράζει σιγά σιγά στη θάλασσα. Η ώρα 6 και 10’. Θυμάσαι άραγε;







- προς Εμμαούς –

Μεγάλο Σάββατο του 08,
η ώρα έντεκα, βράδυ.

Διαγενομένου του Σαββάτου , οτι κραταιά
Χριστός Ανέστη εκ νεκρών επί την καρδίαν σου
Θανάτω θάνατον πατήσας ως σφραγίδα
Και τοις εν τοις μνήμασι, ως θάνατος θες με - ζωή
σκληρά ως Άδης, επί τον βραχίονά σου, αγάπη χαρισάμενος





Κυριακή του Πάσχα, 08

-θα μπορούσε να ήταν των Εβραίων το Πάσχα (λίγο έλειψε), μα είναι των Χριστιανών –
Ιακώβου αποστόλου και Χριστοφόρου μάρτυρος
και μιά πεζούλα να χεις να στέκεις τις νύχτες πλάϊ στην ανοιξιάτικη θάλασσα
ξαναγυρνώντας σιγά σιγά στον χαμένο εαυτό σου, το κύμα μιλώντας αργά τις νύχτες, αλάργα από πλήθη , μέσα, μέσα, μέσα, μέσα είν’ η πέτρα η λευκή κι η μαύρη κι η γκρι κι η ροζ . Στην αρμύρα, μέσα σου.



Δευτέρα του ίδιου Πάσχα

Στη μέση ενός μικρού κήπου με τριανταφυλλιές ολάνθιστες, κατακόκκινες, λευκές, ροζ και πορτοκαλί.
Ήλιος.
Πίσω η θάλασσα (δεν φαίνεται, μα έχεις πάνω σου την αύρα της)

Σκέψη

Χελιδόνια, πετάτε ψηλά!
Δεν ξέρω αν κάποιος, που θα διαβάσει αυτή τη φράση, θα καταλάβει...
Αυτή είναι μιά φράση σύνθημα. Δεν εξηγιέται τώρα... Την συνάντησες κάποτε ή δεν την συνάντησες. Την γνωρίζεις ή δεν την γνωρίζεις. Την έζησες ή δεν την έζησες. Τη δούλεψες μέσα σου ή δεν την δούλεψες. Την πάλεψες συνειδητά ή δεν την πάλεψες. Την μοιράστηκες ή δεν την μοιράστηκες. Δεν γίνεται τώρα, στα καλά καθούμενα, να διηγούμαστε τέτοιες ιστορίες σε ανθρώπους ανύποπτους κι ανυποψίαστους. Η μύηση, σε μιάν ιδέα, σε μιά φιλοσοφική θεώρηση, σ’ έναν τρόπο ζωής, μα και στην αγάπη ακόμα, ακόμα και στον έρωτα και στο θάνατο , είναι υπόθεση πολύ σοβαρή και διεργασία που παίρνει χρόνο. Θέλει το χρόνο της.
Η μύηση χρειάζεται εκπαίδευση, πολύ χρόνο, εμπειρίες, καμιά φορά και ηλικία κατάλληλη ή και κατάλληλη διάθεση .

Αν βγεις στον κόσμο σήμερα, και ξεστομίσεις «χελιδόνια, πετάτε ψηλά!», οι περισσότεροι ασφαλώς δεν θα το ακούσουν. Ή μάλλον, θα το ακούσουν, μα θα είναι ως να μην το άκουσαν... Στην καλύτερη περίπτωση αδιάφορο, στη χειρότερη ειρωνικό...
Κάποιοι άλλοι, αν το προσέξουν, θα νομίσουν –λογικό είναι να νομίσουν- ότι απευθύνεσαι στα χελιδόνια.
Τα μικρά παιδιά, που σίγουρα θα το ακούσουν, θα πάρουν ξυλομπογιές και θα ζωγραφίσουν το πέταγμα των χελιδονιών.
Οι ποιητές αν το ακούσουν, ίσως το θεωρήσουν ρομαντικό και ποιητικό σχήμα λόγου.
Και μόνο εσύ θα ξέρεις. Την σκληρή προσπάθεια, που η προτροπή εμπεριέχει.

Έτυχε μερικές φορές, στο διάβα της ζωής, όταν αναγνώρισες έναν συγκεκριμένο τρόπο ανθρώπινης λειτουργίας, όταν συνάντησες ανθρώπους να ζορίζουν τον καιρό, τόλμησες να ξεστομίσεις τη φράση αναγνώρισης. «Χελιδόνια, πετάτε ψηλά!»
Υπήρξαν φορές, που η φράση ήταν αναγνωρίσημη. Προκαλούσε συγκίνηση, απορία –πώς κι εσύ την γνωρίζεις!-, καμιά φορά δάκρυα, συνωμοτικό γέλιο, συντροφικό αγκάλιασμα, κουβέντες εμπιστευτικές, αλληλοϋποστήριξη.
Αποτελέσματα μύησης είν’ όλα αυτά.

... Και πώς άραγε, ξεκίνησαν σήμερα ετούτες οι σκέψεις;
Μα, απ’ τις χελιδόνες, που πέρασαν λίγο νωρίτερα απ’ εδώ, ανάμεσα στις τριανταφυλλιές ενός μικρού κήπου, τις ολάνθιστες κατακόκκινες, λευκές, ροζ και πορτοκαλί, και πέταξαν ψηλά...

Με το πρόσωπο πάντα στον ήλιο. Με τη ράχη στη θάλασσα.
.
.
.
.
.
Τρίτη μετά το Πάσχα του 08
.
pele - mele,
σαν παιχνίδι
.
.
Γέμισε τρυφερές ελιές και λεμονοπορτόκαλα ο Σύθας ποταμός.
Θάλασσα άγριες βιολέτες στο Παναχαϊκό
.
.
.

Α Αγκάθι της θάλασσας, eryngium maritimum - αγκάθια παντού – Ακροκόρινθος -
αυλάκι βαθύ, να χωρίζει τον Κορινθιακό απ΄ τον Σαρωνικό κόλπο

Β βραγές βραγές συγυρισμένα αμπέλια,
βραχώδη όρη της Αττικής, άντρο νυμφών, όπου πέταξαν άλλοτε γερανοί
κι αλκυόνες

Γ γαρύφαλλο στ’ αυτί

Δ δάφνες πικρές, όσο το δάκρυ της Παναγίας – δάφνες όλα τα χρώματα, όσα τα χρώματα της αγάπης

Ε Ελισσών ποταμός, κατάσπαρτος – έρωτα ανίκητε

Ζ

Η ήλιε μου

Θ θάμνοι μικροί, πυράκανθοι της φωτιάς και της ξηρασίας φρύγανα

Ι

Κ Κακιά Σκάλα πέρα πέρα, ως τον Μύτικα

Λ

Μ μαργαρίτες ανήμερες κίτρινες, με πέταλα αριθμό μονό

Ν νησιά μικρά σαν τριζόνια, σαν αλκυόνες μικρές, και πέρα η Ύδρα που αγαπάς κι η Αίγινα

Ξ

Ο όρος Αιγάλεω, εικόνες μαγικές – βραχογραφίες, ο ταύρος με τα κέρατα

Π πορτοκαλιές καρπό γεμάτες, μπαξέδες – πέρα η θάλασσα

Ρ ροδιές – ροζ πικρές δάφνες - ράχες

Σ σαλάμ στη νύμφη Σαλαμίνα, την κόρη του Ασωπού, που έχει νονούς τους Φοίνικες
σπάρτα – συκιές – σκίνα μυρωδάτα

Τ τρυφερό είν’ το βράδυ - τρελλό

Υ υπομονετικά

Φ φιλί

Χ

Ψ

Ω
.
.
.
.

Ο. Ελύτης
.
Δώρο ασημένιο ποίημα
.
Ξέρω πως είναι τίποτα όλα αυτά
και πως η γλώσσα που μιλώ δεν έχει αλφάβητο
Αφού και ο ήλιος και τα κύματα είναι μια γραφή συλλαβική
που την αποκρυπτογραφείς
μονάχα στους καιρούς της λύπης και της εξορίας
Χριστός Ανέστη,
πασχαλίτσες μου !

Πέμπτη, Απριλίου 24, 2008

προ - τελευταίο

Ο άλλος
Georges Rouault

1871-1958
.
μεγαλύτερος δυνάστης από το κορμί δεν υπάρχει

(Sapristi, de par ma chandelle verte !)




la femme aux cheveux roux



Marthe





Profil du Père Ubu

Υπερρεαλιστικόν !
.
Père Ubu
Alfred Jarry

όλο το έργο εδώ : http://hypo.ge.ch/athena/jarry/jar_ubur.html



Sapristi, de par ma chandelle verte !

ακροτελεύτιον


Georges Rouault

1871-1958


στο εργαστήρι








ARLEQUIN

Arlequin dans sa boutique
Sur les marches du palais.
Il enseigne la musique,
A tous ses petits valets :
A Monsieur Po,
A Monsieur Li,
A Monsieur Chi,
A Monsieur Nelle.
A Monsieur Polichinelle !

et

pierrots


Au clair de la lune,
Mon ami Pierrot
Prête moi ta plume,
Pour écrire un mot,
.
Ma chandelle est morte,
Je n'ai plus de feu,
Ouvre-moi ta porte,
Pour l'amour de Dieu !
.
Au clair de la lune,
Pierrot répondit : "
Je n'ai pas de plume,
Je suis dans mon lit.

. Va chez la voisine,
Je crois qu'elle y est.
Car dans la cuisine,
On bat le briquet."


the 3 clowns


Ridi Pagliazzo

the clown (1907)


Χαλκίδα

Γιάννης Σκαρίμπας

Να ν' σπασμένοι οι δρόμοι, να φυσάει ο νότος
κι εγώ καταμονάχος και να λέω : τι πόλη!
να μην ξέρω αν είμαι -μέσα στην ασβόλη-
ένας λυπημένος πιερρότος!

.Φύσαε (είπα) ο νότος κι έλεγα: Η Χαλκίδα,
ώ Χαλκίδα - πόλη (έλεγα) και φέτος
ήμουν - στ' όνειρό μου είδα - Περικλέτος,
πάλι Περικλέτος ήμουν - είδα...

.Έτσι έλεγα! Ήσαν μάταιοι μου οι κόποι
πα' σε ξύλο κούφιο, πρόστυχο, ανάρια,
Ως θερία, ως δέντρα – αναγλυμένοι - ως ψάρια
τα όνειρά μου (μούμιες) κι οι ανθρώποι.

.Τώρα; Πόλη, τρέμω τα γητέματά σου
κι είμαι ακόμα ωραίος σαν το Μάη μήνα,
κρίμα, λέω, θλιμμένη να σαι κολομπίνα
και να κλαίω εγώ στα γόνατά σου.…

. Έτσι να ν' σπασμένοι, να φυσά απ' το νότο
και με πίλο κλόουν να γελάς, Χαλκίδα:
Αχ, νεκρό στο χώμα - να φωνάζεις - είδα
ένα μου ακόμη πιερρότο!...

There are tears in things...

(Βιργίλιος, Αινειάδα βιβλ. Ι, στίχ. 462)



- μ' αυτά, μου ήρθαν στο νου
Πλέσσας και Παπαδόπουλος -

το άγαλμα

Χθες μεσάνυχτα και κάτι κατηφόρισα
στην μικρή την πλατεϊτσα που σε γνώρισα
Κάποιο άγαλμα που μ' είδε με θυμήθηκε
και τον πόνο μου να ακούσει δεν αρνήθηκε

.Και του μίλησα για σένα και για μένανε
και τα μάτια του βουρκώναν και όλο κλαίγανε
Του 'πα για το φέρσιμο σου και για τα άλλα σου
τα ασυγχώρητα τα λάθη τα μεγάλα σου

Κι ύστερα με πιάσαν θεέ μου κάτι κλάματα
που με βρήκανε κουρέλι τα χαράματα
Με το άγαλμα ως το δρόμο προχωρήσαμε
μου εσκούπισε τα μάτια και χωρίσαμε


"the old king"

Le bon roi Dagobert
.
Le bon roi Dagobert,
Avait sa culotte à l'envers,
Le grand Saint Eloi lui dit :
"O mon Roi, Votre majesté
Est mal culottée"
"C'est vrai, lui dit le roi,Je vais la remettre à l'endroit"

Κυριακή, Απριλίου 20, 2008


ΙΙI .

.ΑΦΙΕΡΩΜΑ

.στον

Georges Rouault
1871-1958

.
χαρακτικός κύκλος

"Miserere et Guerre"

.

58 οξυγραφίες

his lawyer, in empty phrases,

proclaims his total ignorance...

Το κείμενο για τον Rouault

είναι από άρθρο

της Νίκης Λοϊζίδη



Isaiah 53:7
"He has been maltreated and oppressed
and he has not opened his mouth."
.
Ησαίας 53:7
"Αυτός ήτο κατατεθλιμμένος και βεβασανισμένος
αλλά δεν ήνοιξε το στόμα αυτού"






Οι έγκλειστες σε βίαια τονισμένα περιγράμματα μορφές του «Miserere» -ο «Clown» ως άλλη εκδοχή του ταπεινωμένου Ιησού αλλά και του περιθωριακού καλλιτέχνη-, έχουν βαθιές ρίζες και στο κλίμα του αντιαστικού μποεμισμού που άνθησε στο Παρίσι κατά την περίοδο 1830 με 1930.
Ο μποεμισμός, ως σύμπτωμα των αντιθέσεων και των πολλαπλών συγκρούσεων στους κόλπους της ίδιας της αστικής κουλτούρας, διαμόρφωσε σημαντικές εστίες δράσης, όπου η δημιουργική πρωτοτυπία και η ρήξη με τις καλλιτεχνικές συμβάσεις ταυτίζονταν με το κοινωνικό περιθώριο.
Στα γνωστά «στέκια» των μποέμ, οι περιθωριακοί της κοινωνίας του Παρισιού συναναστρέφονταν με θρησκευτικούς οραματιστές, «ενοχλητικούς» συγγραφείς και πρωτοπόρους καλλιτέχνες.
.

















sunt lacrimae rerum
et mentem mortalia tangunt
.
είναι τα δάκρυα των πραγμάτων
κι όσα πεθαίνουν που αγγίζουν το νου
.
Virgil, Aeneid I : "There are tears in things..."
LACRIMAE RERUM
του Λάμπρου Πορφύρα

'Αμοιρη! Το σπιτάκι μας εστοίχειωσεν
από την ομορφιά σου τη θλιμένη
στους τοίχους, στον καθρέφτη, στα εικονίσματα,
από την ομορφιά σου κάτι μένει.
.
Κάτι σα μόσκου μυρωδιά κι απλώνεται
και το φτωχό σπιτάκι πλημμυρίζει,
κάτι σα φάντασμα θολό κι ανέγγιχτο,
κι όπου περνά σιγά το κάθε αγγίζει.

'Εξω βαρύ μονότονο ψιχάλισμα
δέρνει τη στέγη μας και τότε αντάμα
τα πράγματα, που αγιάσανε τα χέρια σου,
αρχίζουν ένα κλάμα...κι ένα κλάμα...

Κι απ' τη γωνιά, ο καλός της Λήθης σύντροφος,
τ'αγαπημένο μας παλιό ρολόι
τραγουδιστής του χρόνου, κι αυτός κλαίοντας,
ρυθμίζει αργά φριχτά το μοιρολόι.












IV .
.
ΑΦΙΕΡΩΜΑ
.
στον

Georges Rouault
1871-1958

χαρακτικός κύκλος "Miserere et Guerre"


58 οξυγραφίες
.
Το κείμενο για τον Rouault
είναι από άρθρο
της Νίκης Λοϊζίδη
.
"το ασυμβίβαστο ήθος ενός καλλιτέχνη"
.
.

κατά το πλήθος της μεγαλοσύνης σου
.
Miserere mei, Deus,
secundum magnam misericordiam tuam




… Ο καλλιτέχνης ­ Georges Rouault είχε ξεκινήσει μετά τον θάνατο, του γνωστού εμπόρου και συλλέκτη Ambroise Vollard, έναν επίμονο δικαστικό αγώνα εναντίον των νόμιμων κληρονόμων του.
Ο δημιουργός του «Miserere», αφού επανέκτησε τα ημιτελή έργα του (προκαταρκτικά σχέδια και μελέτες), που βρίσκονταν στα χέρια των κληρονόμων του Vollard, παρέδωσε χωρίς δισταγμό στη φωτιά ένα πολύ σημαντικό μέρος τους, ενώ τα υπόλοιπα τα δώρισε στο γαλλικό κράτος.
Η χειρονομία του Rouault είχε δημιουργήσει πολλά ερωτηματικά και ταυτόχρονα πολλές ­ και αρκετά άστοχες ­ απόπειρες λογικής ή και ψυχαναλυτικής ερμηνείας. Επρόκειτο για πράξη συμβολικής αυτοχειρίας ή για απόπειρα διαχρονικής προβολής μιας αψεγάδιαστης εικόνας του καλλιτέχνη;
Η καταστροφή ενός μεγάλου μέρους των πολύμοχθων δοκιμών του δεν κινδύνευε να καταστήσει το έργο του απόμακρο ή δύσκολα προσεγγίσιμο ακόμη και στους ειδικούς; Το μυστήριο της «υπόθεσης Rouault» άρχισε να λύνεται μόλις το 1964 όταν, με την πρωτοβουλία του Andre Malraux και την επιμέλεια του ιστορικού Bernard Dorival, οργανώθηκε στην τετράγωνη αίθουσα του Λούβρου μια τιμητική έκθεση του εργαστηρίου του καλλιτέχνη, με 200 από τα έργα που είχε δωρήσει στο γαλλικό κράτος.


Και αυτό που τελικά αποκαλύφθηκε, ή τουλάχιστον άρχισε να γίνεται κατανοητό, ήταν το ασυμβίβαστο ήθος ενός καλλιτέχνη που διατήρησε ως το τέλος της ζωής του πολλές από τις παλιές, καλές αρετές του παραδοσιακού τεχνίτη. Ο Rouault δεν ήθελε να κυκλοφορήσουν στα κυκλώματα της αγοράς έργα του που, εκτός από ημιτελή, ήταν κατά τη γνώμη του και πλαστικά αδύνατα.



















καταφυγή εγεννήθης ημίν

... επίτρεψέ μου

να κουρνιάσω στην καρδιά σου ...



Μοναξιά, σκέπη ολόβαθη
των θείων και των θηρίων,
κάτι σαλεύει μέσα σου
σα λαός μυστηρίων.
.
Κάμε κάτου απ’ τον ίσκιο σου
και μες στην αγκαλιά σου
να βλέπω με τα μάτια σου
να γρικώ με τ’ αυτιά σου,
.
να μιλώ με τα λόγια σου
ΚΡΆΤΑ ΜΕ, ΕΞΩ ΑΠ' ΤΑ ΠΛΗΘΗ
δώσ’ μου του θείου τον έρωτα
και του θηρίου τη λήθη!

Κωστής Παλαμάς


Ίαμβοι και ανάπαιστοι
















II .

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

στον
Georges Rouault
1871-1958

χαρακτικός κύκλος
"Miserere et Guerre"


58 οξυγραφίες
.
Το κείμενο για τον Rouault
είναι από άρθρο
της Νίκης Λοϊζίδη





















H μονωδιακή αφήγηση του Rouault δεν συνδέεται μόνο με θέματα της χριστιανικής θρησκείας.
Οι ενοποιημένες σειρές του «Miserere» και του «Guerre» , ­ οι οποίες άρχισαν να δουλεύονται από το 1917 ­ συνθέτουν ένα ρεπερτόριο εμβληματικών μορφών που εκφράζουν υποδειγματικά οριακές εκδοχές της ανθρώπινης κωμωδίας και του ανθρώπινου πάθους.
Οι ιδιόρρυθμα εξπρεσιονιστικές αυτές συνθέσεις ­ συλλειτουργούν με αποσπάσματα από τις «Σκέψεις» του Pascal, από λατίνους συγγραφείς αλλά και από την Παλαιά και Καινή Διαθήκη
­

Pascal, Pensées












Plautus, Asinaria II, 4, 88.
"Man is wolf to man."
















I .

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

στον

Georges Rouault
1871-1958


χαρακτικός κύκλος

.

"Miserere et Guerre"

"It happens, sometimes,

that the way is beautiful..."

58 οξυγραφίες
.
Το κείμενο για τον Rouault

είναι από άρθρο

της Νίκης Λοϊζίδη


Ο καλλιτέχνης Rouault, επικοινωνεί με τους συγχρόνους του όπως ακριβώς επικοινωνεί και με τους ομοτέχνους του της ευρωπαϊκής παράδοσης. Εξαιτίας της μακρόχρονης σχέσης του με τα λαϊκά εργαστήρια ­ είχε δουλέψει κοντά σε ζωγράφο - υαλογράφο από την ηλικία των 14 χρόνων ­ ήταν σε θέση να αντιλαμβάνεται πολύ γρήγορα το βαθύτερο νόημα των μικρών ή μεγάλων μυστικών της κάθε τεχνικής.





in the old district
of Long Suffering.






sign. a.k.
εκ βαθέων
(μικρό κομμάτι από μεγαλύτερο γραπτό...)

.

au vieux faubourg des Longues Peines

Δευτέρα 24 Μάρτη, του 2003
......................................

"Βγήκα μετά στο δρόμο. Ανόρεχτα.
Βαδίζω και παραμιλώ, ευτυχώς από μέσα μου .
Τι λέω στο παραμιλητό μου; «ωχ, πονάει, μάνα μου, ωχ, πονάει, μάνα μου». Κόλλησε η κασέτα.
Περπατάω, πολύ αργά μες στον ήλιο, ανεβαίνω τη λεωφόρο, «ωχ, πονάει, μάνα μου, ωχ, πονάει, μάνα μου».
Μπαίνω στην πλατεία. Δε θέλω θόρυβο και πεζοδρόμια, κι αυτοκίνητα. Από μέσα θα πάρω τα δρομάκια, να κοντοσταθώ λίγο στις πρασινάδες.
Ξαφνικά, βλέπω μπροστά μου τους κηπουρούς, να φυτεύουν πανσέδες στα παρτέρια. Όλα τα χρώματα.
«Σ’ αρέσουν άραγε, οι πανσέδες;»
Διώχνω βίαια τη σκέψη και βλαστημάω τον εαυτό μου, που την έκανε.
Ζυγώνω τους κηπουρούς. Οι τρείς είναι παλιοί μαθητές μου. Με ζυγώνουν κι αυτοί.
Μ’ αγκαλιάζουν. «Θυμάσαι, που μ’ αγκάλιασες;» Για την ακρίβεια, εγώ σ’ αγκάλιασα.
Χαζεύω λίγο τους πανσέδες. Παίρνει μιά στάλα ανάσα η καρδιά μου. Οι άνθρωποι με χαιρετάνε. Μου λένε να βάψουμε τα παγκάκια, να βάλουμε φύλακα στις τουαλέτες, να μαζέψουμε τα χαλίκια έξω απ’ την παιδική χαρά, μη γλυστρήσουν οι παππούδες.
Φεύγω αργά - αργά κι από κει. Πού να πάς, πού να σταθείς και πού να περπατήσεις;
Στην εκκλησία θα πάω. Ανεβαίνω τη σκάλα στον ήλιο, μπαίνω. Καλό μου κάνει το μισοσκόταδο… Χαιρετάω τον παπά και κάθομαι σ’ ένα στασίδι, κανείς να μη με βλέπει.
Τώρα μπορώ ελεύθερα ν’ αφήσω τα δάκρυά μου.
Κλαίω σιγανά, πιό πολύ προς τα μέσα, παρά απ’ έξω μου, σκουπίζω τα μάτια μου με την ανάστροφη του χεριού, σκουπίζω τις μύξες απ’ το κλάμα, σηκώνομαι, βγαίνω στο δρόμο.
Ας πάρω κάτι, να φιλέψω τα παιδιά, στο γραφείο. Κοντεύει έντεκα, ώρα για αλμυρό.
Αρχίζω να ξανανεβαίνω τη λεωφόρο, φορτωμένη και με τα τρόφιμα. Στέκω στον Αντρίκο.

Τα βάζα του και τα γλαστράκια του γεμάτα υάκινθους, νεραγκούλες, τουλίπες, φρέζες.
Δίνω τα τελευταία μου λεφτά κι αγοράζω μωβ υάκινθους στο γλαστράκι κι ένα μπουκέτο κόκκινες τουλίπες. Κόκκινο, σαν το τριαντάφυλλο, που μου χάρισες.
Φορτώνομαι τα λουλούδια μου, περνάω έξω απ’ το γραφείο σου, κι ανεβαίνω στο δικό μου.
Άνθρωποι, ο ένας μετά τον άλλο, κι ώρες – ώρες δυό και τρείς και τέσσερις μέσα στο δωμάτιο. Πολύ πιέζει η δουλειά.
Καλύτερα έτσι, να μην προλαβαίνω να σκέφτομαι.
Πήγαμε έτσι, ως η ώρα τέσσερις..."

Ο Andre Chastel πολύ εύστοχα σημειώνει ότι «θα αφήναμε να μας διαφύγει η ίδια η ουσία του έργου του Rouault αν ξεχνούσαμε ή αν περιφρονούσαμε τους βαθείς δεσμούς του με τη ζωή του δρόμου και με τον ταπεινό κόσμο των μικροτεχνιτών. Από αυτόν τον κόσμο προέρχεται η βιαιότητα και η σκληρότητα των μορφών του, τα δυνατά του χρώματα και κυρίως αυτή η εντιμότητα του τεχνίτη, η οποία αποτελεί την πιο αυθεντική και την πιο αξιαγάπητη πλευρά του». Εδώ θα ήθελα να προσθέσω ότι αυτή ακριβώς η αυθεντική πλευρά του καλλιτέχνη - χειρώνακτα κράτησε τον Rouault σε όλη του τη ζωή ουσιαστικά ανένταχτο και μακριά από τις ιδεολογικές ζυμώσεις της τότε μαχόμενης καλλιτεχνικής εμπροσθοφυλακής.




They call her daughter of joy.