Πέμπτη, Μαρτίου 31, 2016

Φώτης Κόντογλου
1895 – 1965

εκ Κυδωνιών ορμώμενος

photos
q.l.



Συλλογή χρωστικών

“όπως ημείς εκάμαμε”                 

ψιμμίθι / lead white
μαύρον από καπνό δαδίου / carbon black
ώχρα / ochre
σιέννα ωμή / raw sienna
σιέννα ψημένη (βώλος ή οξύ ή σιναπίδι) / burnt sienna
όμπρα ωμή (ώχρα βαθεία) / raw umber
όμπρα ψημένη / burnt umber
χονδροκόκκινον (βώλος ανοιχτός) / red earth
λουλακι (λαζούρι ή ινδικόν) / indigo
κοβάλτιο / cobalt blue
πράσινο του χαλκού (βαρδάραμον ή τσιαγκιάρι) / Verdi gris
λάκκα / carmine lake
κιννάβαρις / vermilion

αρσενίκι / orpiment
κιλερμενί / armenian bole – red earth
λαζούρι πέρσικον / ultramarine from lapis lazuli
κόκκινο μολύβι ή λαμπέζι / red lead – minium
κικκίδια / kermes oak
τζουγάς / saponaria officinalis
κριμίζι / kermes lake
λάκκα από κριμίζι / kermes lake



Κόντογλου - ο Άγιος Μερκούριος



Flâneur (πλάνης εικαστικός) στο Παρίσι.
Εκεί, συναναστράφηκε και συνεργάστηκε με τους  Auguste Rodin και Maurice Maeterlinck

Μετά το ΄22 , συνοδοιπόρος στην Αθήνα με τους Αγγελική Χ’ μιχάλη, Στρατή Δούκα, Δημήτρη Πικιώνη, Κωστή Μπαστιά, κ.ά.
Συνδέθηκε με τον Γιάννη Σκαρίμπα.
Δίπλα του εμαθήτευσαν ο Εγγονόπουλος και ο Τσαρούχης.

Το ύφος στο πρώϊμο έργο του Κόντογλου, χαρακτηρίζεται από έντονο εκλεκτικισμό, στοιχεία art nouveau, έχει χαρακτηριστικά από συμβολισμό και εξπρεσσιονισμό, επιδράσεις από τον Greco, από τη λαϊκή τέχνη και τη βυζαντινή παράδοση.




Ο ίδιος είπε για τον Θεοτοκόπουλο :

Κατ’ εμέ ο Θεοτοκόπουλος εξέφρασε με μίαν τέχνην μικτήν από στοιχεία Ελληνικά, Ιταλικά και Ισπανικά την προσωπική του ποίηση και έδωσε νέαν έκφραση εις την Βυζαντινή ψυχή.



Κόντογλου - ο Άγιος Μερκούριος







σημείωση 31/3/16
στην θαυμάσια έκθεση του Βυζαντινού Μουσείου !







Πέμπτη, Μαρτίου 24, 2016


από το βιβλίο
“1821,
Η ΑΡΧΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΘΗΚΕ”

της
Αθηνάς Κακούρη
Εκδ. Πατάκη
1η έκδοση - 2013
8η έκδοση - 2015

Κεφάλαιο :

Το έθνος ολοζώντανο 


1821-1822  (τα δύο πρώτα χρόνια !)

Αυτά τα δυό χρόνια φανέρωσαν περίλαμπρα πως κάτι πράγματι ένωνε μεταξύ τους αυτούς τους οπλαρχηγούς και τους προκρίτους, από τη Μακεδονία μέχρι την Κύπρο. Γεννημένοι σε διαφορετικά μέρη ο καθένας, με διαφορετικό χαρακτήρα, διαφορετική διαδρομή ζωής και ιδιοσυγκρασία, για δυό λαμπρά χρόνια έδρασαν φανερώνοντας πως οι Ρωμηοί είχαν συντηρήσει μέσα στους αιώνες τη συναίσθηση της ενότητας – δηλαδή του έθνους, που ολοένα αναφέρει ο Κολοκοτρώνης. Λες και υπήρχε ήδη κράτος – που σχεδίαζε τις κινήσεις στεριανών και ναυτικών, και που υπαγόρευε και καθόριζε τις προτεραιότητες -, έπιασαν ο καθένας το πόστο του και θυσιάστηκαν πολεμώντας πρώτα για να ελευθερώσουν όλη την Πελοπόννησο και μετά , όταν αυτή είχε πιά απαλλαγεί από τον Τούρκο, για να κρατήσουν ελεύθερη αυτήν την καρδιά της Επανάστασης, αποκόβοντας τους δρόμους απ’ όπου θα περνούσε ο εχθρικός στρατός , δηλαδή αφ’ ενός οι Τούρκοι και Τουρκαλβανοί διά ξηράς, μέσα από τη Μακεδονία και την Ήπειρο, και αφ΄ετέρου τα ασιατικά στρατεύματα διά θαλάσσης.





Σελ. 134

Σημείωση χάρτη :

Η Ελλάδα, ορεινή καθώς είναι , επιτρέπει μόνο δύο διαβάσεις εχθρικών στρατών που έρχονται από τον βορρά :
-      Η μία διαδρομή , η δυτική, ξεκινώντας από τη Βόρεια Ήπειρο, περνά μέσα από τα στενά του Μακρυνόρους και καταλήγει στην περιοχή του Μεσολογγίου.
-      Η δεύτερη, η ανατολική, περνά από τις Θερμοπύλες και καταλήγει στον Ισθμό.
    Η τρίτη, αφορά στρατεύματα που προέρχονται από τη Μικρασία – διασχίζει λοιπόν το Αιγαίο.

Το Μεσολόγγι ελέγχει τη δυτική εχθρική διαδρομή.
Τα στενά στην Αττικοβοιωτία και η Κόρινθος ελέγχουν την ανατολική διαδρομή.
Και όποιος έχει τα νησιά του Αιγαίου ελέγχει οποιαδήποτε θαλάσσια διαδρομή.
Από τους Μηδικούς πολέμους μέχρι τους Βαλκανικούς και το 1940 τα στρατηγικά αυτά σημεία παραμένουν τα ίδια.













Πέμπτη, Μαρτίου 10, 2016

αλλάζουνε εντός μου
οι πλόες της Οδύσσειας !




αντιγράφω από το βιβλίο
της Μαριάννας Κορομηλά
"Ευτυχισμένος που έκανε το ταξίδι του Οδυσσέα"
εκδ. ΑΓΡΑ



"Πολλοί τοποθετούν τον γεωγραφικό χώρο της Οδύσσειας στη Δυτική και Νότια Μεσόγειο.

Γνωρίζουμε όμως ότι την εποχή που διαμορφώθηκε το ομηρικό έπος είχαν ήδη ξεκινήσει οι θαρραλέες προσπάθειες των Ελλήνων γιά την προσπέλαση του βορειοανατολικού θαλασσινού δρόμου που οδηγεί στη Μαύρη Θάλασσα. Γνωρίζουμε ακόμα ότι οι αναγνωριστικές αυτές αποστολές προηγήθηκαν των ταξιδιών που έφεραν τους Έλληνες στη Δύση.
Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι η Οδύσσεια απηχεί πολλές από τις εμπειρίες των πρώτων Ιώνων ναυτικών και των εμπόρων που τόλμησαν να ακολουθήσουν τον πλου της Αργώς και να εξερευνήσουν τα μακρινά και πλούσια μέρη πέρα από το Αιγαίο.




Έτσι, η πρώτη μορφή της Οδύσσειας αντανακλά το εξερευνητικό κύμα στο δρόμο του Ιάσονα. Όταν όμως ξεκίνησε το επόμενο ρεύμα γιά την αποίκηση της Δύσης, οι νέες γεωγραφικές πληροφορίες και οι καινούργιες περιπέτειες μπλέχτηκαν με τις παλιές και το έπος προσαρμόστηκε στις σύγχρονες ανάγκες έκφρασης των ναυτικών και των αποίκων.
Διαβάζοντας λοιπόν "μέσα από τις γραμμές" και συχνά παίρνοντας ατόφια κομμάτια, μπορεί κανείς να παρακολουθήσει το θαυμάσιο ταξίδι του Οδυσσέα, τοποθετώντας το στον κόσμο που ανοίγεται πέρα από την Λήμνο, την Ίμβρο και τη Σαμοθράκη.
Θα περάσει τον Ελλήσποντο, θα διασχίσει την Προποντίδα ξεγλιστρώντας από τις Σειρήνες, που συμβολίζουν τις ομορφιές της Θάλασσας του Μαρμαρά, θα ξεφύγει από την Καλυψώ, που κατοικεί στα Πριγκηπόνησα, και θα φτάσει στον Θρακικό Βόσπορο. Αν καταφέρει να γλυτώσει από τις ρουφήχτρες Σκύλλα και Χάρυβδη, τα ρεύματα και τις Συμπληγάδες, θα αντικρίσει τον Άξενο Πόντο, που οι αρχαίοι τον είπαν "Εύξεινο" και "Ευσεβή" οι Βυζαντινοί , όταν άρχισαν να εκχριστιανίζουν τους νομάδες της στέπας γύρω από την Αζοφική.   






Κι αν οι θεοί το δώσουν και οι άνεμοι το επιτρέψουν, διασχίζοντας την άξενη θάλασσα, θα φτάσει στον Κιμμέριο Βόσπορο, στα πόδια του Καυκάσου. 




"Στα πέρατα του τρίσβαθου Ωκεανού που τον σκεπάζουν σύγνεφα κι ένα πηχτό σκοτάδι..." εκεί που έφτασε ο Οδυσσέας γιά να μάθει πού τελειώνει ο κόσμος - ποιό είναι δηλαδή το όριο του ελληνικού χώρου εξάπλωσης - και να κατέβει ακόμα και στον άλλο κόσμο, τον Άδη, όπως τον είχε ορμηνέψει η Κίρκη.

Τα στοιχεία που ενισχύουν αυτή την άλλη ανάγνωση της Οδύσσειας είναι πολλά.
Η Κίρκη είναι εγγονή του Ωκεανού ο οποίος καθορίζει μέχρι σήμερα την πολιτικοοικονομική πορεία των χωρών που απλώνονται γύρω του. 
Πατέρας της είναι ο ακριβοθώρητος Ήλιος, και τα γελάδια, τα ιερά του ζώα, αποτελούν τη βάση της οικονομίας αυτών των κατεξοχήν κτηνοτροφικών τόπων.
Αδελφός της είναι ο Αιήτης, βασιλιάς της χρυσοφόρας Κολχίδας και κάτοχος του χρυσόμαλλου δέρατος. Η ίδια η Κίρκη κατοικεί μέσα σε δάση από ιτιές και λεύκες όπου φωλιάζουν ελάφια, λύκοι και λιοντάρια. Ξέρει από βότανα και μάγια, σαν αυτά που γνωρίζει και η ανηψιά της η Μήδεια. Άλλωστε, και οι άπειρες γνώσεις που δείχνει να κατέχει, συμβουλεύοντας τον Οδυσσέα πώς να περάσει τα στενά και να διασχίσει τη θάλασσα του τόπου της, φανερώνουν ότι η δυναμική θεά, μάγισσα και πλανεύτρα, συμβολίζει τον άξενο, παράξενο, επικίνδυνο και μακρινό κόσμο που θέλησαν οι Ίωνες να γνωρίσουν και να εκμεταλλευτούν.




Ο Οδυσσέας λοιπόν και οι σύντροφοί του, ή οι τολμηροί ναυτικοί της Γεωμετρικής εποχής, έκαναν το ίδιο τρομερό ταξίδι που είχε αποτολμήσει παλιότερα ο Ιάσονας, συντροφιά με τους βασιλείς των κρατιδίων της Μυκηναϊκής εποχής. Οι περιπέτειες των δύο αυτών ομάδων, όπως και των μοναχικών ηρώων, Προμηθέα, Ορέστη και Ηρακλή, που κατάφεραν να φτάσουν στα ακρότατα σημεία του βορειοανατολικού θαλάσσιου κόσμου αντιμετωπίζοντας τους Κύκλωπες βοσκούς στο Βόρειο Αιγαίο, τους τερατόμορφους νάνους γηγενείς στα Δαρδανέλλια, τις Σειρήνες, τον Κέρβερο και την Καλυψώ στην Προποντίδα, τη Σκύλλα, τη Χάρυβδη, τις Άρπυιες και τις Συμπληγάδες στον Βόσπορο, τον "δεινό όφι" και τον δράκο στην Κολχίδα, τον Άδη στον Κιμμέριο Βόσπορο, τα κοράκια στα όρη του Καυκάσου, τις αμαζόνες στην εύφορη κοιλάδα του Λύκου, στον Δυτικό Πόντο, τις ιερές αγελάδες κατά μήκος της ευρωπαϊκής και της ασιατικής ακτής, τους ανθρωποφάγους της Ταυρικής στην Κριμαία ˙ όλοι αυτοί οι μύθοι , που έθρεψαν και γοήτευσαν τον αρχαίο κόσμο, δεν είναι παρά τα υπεράνθρωπα εμπόδια και οι ανθρώπινοι πειρασμοί που έπρεπε να υπερνικήσουν όσοι ποντοπορούσαν στις άγνωστες αυτές θάλασσες γιά να βάλουν πόδι στις πλουτοφόρες παράλιες κι εσωτερικές γαίες , που όμοιές τους δεν είχαν ξανασυναντήσει οι Έλληνες."