Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016


Απόσπασμα Αυθεντικής Μαρτυρίας

για την ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ


από το βιβλίο του Δημήτρη ( Μίμη ) Δημητριάδη

“1940 – 1945

ΕΝΑ ΚΟΜΜΑΤΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ”


Σελ. 24 – 27

Η ΕΙΣΒΟΛΗ

Έτσι κύλησε ο καιρός μέχρι την 20η Μαϊου 1941

Το πρωί ξυπνήσαμε κανονικά, φάγαμε και ξεκινήσαμε για τις ασκήσεις. Δεν φανταζόμαστε, ούτε κανένα σημάδι ούτε ψίθυρος έστω προειδοποιούσε ότι θα ερχόταν εντός της ημέρας ο πόλεμος και ο θάνατος και στην Κρήτη.
Γυρίσαμε το μεσημέρι στις 12 για φαγητό. Είχε αρχίσει ήδη ένας βομβαρδισμός του αεροδρομίου και του λιμανιού της πόλης του Ηρακλείου , αλλά δεν δώσαμε σημασία, διότι σχεδόν κάθε μέρα γίνονταν βομβαρδισμοί. Ο βομβαρδισμός όμως της ημέρας εκείνης δεν έλεγε να σταματήσει. Μας έκανε εντύπωση η σφοδρότητα και η διάρκεια του βομβαρδισμού αυτού. Μετά το φαγητό, καλυφθήκαμε κάτω από τα δέντρα και περιμέναμε με ανησυχία. Ειδοποιηθήκαμε να είμαστε σε επιφυλακή, με τα όπλα στα χέρια.

Στις 4 η ώρα ξαφνικά σταμάτησε ο βομβαρδισμός. Ησυχία επικράτησε, όχι όμως για πολύ. Σε λίγο έφτασε τρέχοντας από το Ηράκλειο ο υπολοχαγός μας με το περίστροφο στο χέρι. Κατάκοπος μας ανήγγειλε ότι άρχισε η επίθεση των Γερμανών. Το μόνο που μας είπε ήταν οι φήμες που κυκλοφορούσαν ότι οι Γερμανοί, για παραπλάνηση θα φορούσαν εγγλέζικες στολές (μούσι αποδείχτηκε) και έτσι μας διέταξε να βγάλουμε τα χιτώνια. Μείναμε με τη φανέλα.
Υπέθεσα ότι η επίθεση θα γινόταν από θαλάσσης. 
Πέσαμε μέσα στα χαρακώματα και περιμέναμε με το δάκτυλο στη σκανδάλη. Από μακριά ακούγονταν ένας βαθύς, συνεχής βόμβος που όσο πήγαινε δυνάμωνε και σε λίγο ήταν εκκωφαντικός. Ξαφνικά φάνηκαν στον ουρανό από πάνω μας πλήθος αεροπλάνα, όχι βομβαρδιστικά στούκας, αλλά μεγάλα επιβατικά, που στην ουρά είχαν ένα πολυβόλο. Άνοιξαν τις πόρτες και άρχισαν να πέφτουν από τον ουρανό πολύχρωμα αλεξίπτωτα με Γερμανούς στρατιώτες πάνοπλους, επίσης δέματα, προφανώς με τρόφιμα, πολεμοφόδια και υλικό κατασκηνώσεως, καθώς και βαριά πολυβόλα και ελαφριά πυροβόλα. Τα πολυβόλα στις ουρές των αεροπλάνων έριχναν συνεχώς για προκάλυψη των αλεξιπτωτιστών που έπεφταν.

Εκτός από τον υπολοχαγό μας, που ήταν μάλιστα έφεδρος, κανένας άλλος αξιωματικός δεν εμφανίστηκε στη μονάδα μας. Τι έγιναν άραγε οι μόνιμοι της σχολής Ευελπίδων ; Κανείς από αυτούς δεν ήρθε στην Κρήτη ; 
Σκοπός μας ήταν να μην αφήσουμε τους Γερμανούς να συνταχτούν αλλά να μένουν σκορπισμένοι ένας – ένας, οπότε θα ήταν εύκολη η εξουδετέρωσή τους.

Με την απομάκρυνσή μας από το στρατόπεδο, ο λόχος μας αραίωσε, σκόρπισε και έγινε πολλές μικρές ομάδες, χωρίς καθοδήγηση και χωρίς σκοπό και στόχο. Εγώ είχα μείνει, όχι με τους φίλους μου, που τους έχασα, αλλά με δυό – τρείς άλλους του λόχου μου ή και άλλου λόχου ! Όταν σουρούπωσε, βρεθήκαμε στα ριζά ενός  λόφου που στην κορυφή του είχε μια εκκλησία του προφήτη Ηλία. Ανεβήκαμε επάνω και βρήκαμε εγκατεστημένους πολλούς στρατιώτες και μερικούς υπαξιωματικούς. Η εκκλησία ήταν αρκετά ευρύχωρη και στην αυλή που ήταν γύρω – γύρω με τοιχάκι ήταν ένα πελώριο δέντρο με μεγάλο και φαρδύ κορμό. Σε λίγο όμως, που ακόμη έφεγγε, ήλθε από πάνω μας ένα αεροπλάνο και άρχισε να πετά γύρω – γύρω στον λόφο και να πυροβολεί τους στρατιώτες. Όσοι πρόλαβαν προφυλάχτηκαν μέσα στην εκκλησία. Εγώ, για να προφυλαχθώ, έφερνα γύρω τον χοντρό κορμό του δέντρου ! Όταν νύχτωσε για τα καλά, έφυγε το αεροπλάνο και μετρήσαμε τους ζωντανούς και τους νεκρούς.
Αρκετοί από τους στρατιώτες άφησαν τη ζωή τους εκεί, πάνω στον λόφο. Και ήταν όλοι παλικάρια 20 – 21 ετών.

Αποφασίσαμε να περάσουμε τη νύχτα εκεί. Όσο νύχτωνε, νύχτα χωρίς φεγγάρι, ακούγαμε από τον κάμπο κάτω, που ήταν όλο αμπέλια, κραυγές πότε πουλιών, πότε ζώων, αλλά και φωνές συνθηματικές στη γερμανική γλώσσα. Ήταν τα συνθήματα των ομάδων των Γερμανών με σκοπό να ενωθούν οι διάσπαρτοι.
         Προχώρησε η νύχτα, αλλά πού να μας πάρει ο ύπνος. Κάποια στιγμή, κατά τα μεσάνυχτα, ακούγοντας πιο κοντά μας, κάτω από το λόφο, ομιλίες στη γερμανική γλώσσα, ένας υπαξιωματικός αποφάσισε να στείλει μια ομάδα κάτω από τον λόφο, με σκοπό να τους εξοντώσει. Επέλεξε τυχαίως πέντε στρατιώτες και έναν δεκανέα, μεταξύ των οποίων και εμένα ! Έδωσε στον καθένα από δύο χειροβομβίδες. Κατεβήκαμε προσεχτικά τον λόφο. Προχωρήσαμε προς την κατεύθυνση που ακούσαμε τις ομιλίες μέσα στα αμπέλια. Επικρατούσε ησυχία. Και αν ήταν εκεί Γερμανοί, όσο και αν ψάξαμε δεν βρήκαμε κανέναν.

...............................................................................................